counter

free counters

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2010

ΤΟ METANAΣΤΕΥΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΜΑΣ.

Υπό κ. Π. ΝΕΑΡΧΟΥ


Ιστορικού - Διεθνολόγου



Το Φαινόμενο, ο Χαρακτήρας, οι Αιτίες και η Δυναμική του

Η Ελλάδα ήταν μέχρι τώρα χώρα κατ΄ εξοχήν εκπομπής μεταναστών. Είναι επίσης μια χώρα χωρίς αποικιοκρατικό παρελθόν στη νεώτερη ιστορική της περίοδο και χωρίς ιδιαίτερη βιομηχανική ανάπτυξη. Ανάπτυξη που θα απαιτούσε, όπως συνέβη μεταπολεμικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες (Γερμανία, Βέλγιο, Γαλλία, Σουηδία, Αγγλία), πλήθος εργατικών χεριών.
Σημειώνεται επίσης ότι η εισαγωγή ξένων εργατών στις χώρες αυτές έγινε κατά τρόπο νόμιμο, ελεγχόμενο και προγραμματισμένο.
Όταν άρχισε η παράνομη εισβολή μεταναστών στην Ελλάδα, περί το 1989, η χώρα είχε επισήμως ποσοστό ανεργίας 10% και ανεπισήμως υψηλότερο. Είχε επίσης, όπως συμβαίνει και σήμερα, ποσοστό πληθυσμού 20% κάτω από το όριο της φτώχειας.
Aξίζει να επισημανθεί ότι μέχρι τότε καμιά Ελληνική Κυβέρνηση, κανένα πολιτικό κόμμα και κανένας πολιτικός ηγέτης, δεν είχε διαπιστώσει ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη από ξένους εργάτες ή μετανάστες και δεν είχε ζητήσει συναφώς την εισαγωγή ή την πρόσκλησή τους.
Ορισμένοι παρουσιάζουν το φαινόμενο ως συνδεόμενο με την ένταξη της Ελλάδος στην ΕΕ. Αυτό δεν είναι ακριβές. Πρώτον, γιατί η Ελλάδα είχε ήδη ενταχθεί από το 1981 και δεν είχε παρατηρηθεί σημαντικό πρόβλημα από το 1981 έως το 1989. Δεύτερον, γιατί οι «μετανάστες», που είναι στην πραγματικότητα λαθρομετανάστες, προέρχονται από τρίτες χώρες και δεν αφορούν υπηκόους των χωρών-μελών της ΕΕ, που έχουν το δικαίωμα ελεύθερης διακινήσεως και εγκαταστάσεως.
Λαμβανομένου υπ' όψιν του γεγονότος ότι το έτος 1989 είναι το έτος της καταρρεύσεως του Ανατολικού Συνασπισμού, προβάλλεται λογικά ως κύρια αιτία του φαινομένου η κατάρρευση αυτή. Η τελευταία απελευθέρωσε νέες δυνάμεις και δημιούργησε νέα κατάσταση. Συγκεκριμένα, δημιούργησε έντονες και ανεξέλεγκτες μεταναστευτικές πιέσεις δια δύο λόγους : Πρώτον, γιατί η πτώση των καθεστώτων παρέσυρε και τους αυστηρούς ελέγχους που παρεμπόδιζαν την έξοδο στο εξωτερικό των υπηκόων τους. Δεύτερον, γιατί η δημιουργία οικονομικού χάους ως αποτέλεσμα της καταρρεύσεως και της άναρχης μεταβάσεως στην οικονομία της αγοράς, υπονόμευσε και το ελάχιστο που εξασφάλιζε μέχρι τότε το προηγούμενο πολιτικό και οικονομικό σύστημα.
Έχουμε τότε τη μαζική έξοδο Αλβανών και σε μικρότερη κλίμακα άλλων Βαλκανίων και Ανατολικο-Ευρωπαίων.
Το φαινόμενο όμως δεν σταμάτησε εκεί. Συνεχίσθηκε και συνεχίζεται με λαθρομετανάστες απ΄ όλο τον Τρίτο Κόσμο, κυρίως τώρα από την Ασία και την Αφρική. Κατά την τελευταία περίοδο, την πρώτη θέση έχουν καταλάβει λαθρομετανάστες από το Μπαγκλαντές και από τη Μαύρη Αφρική.
Το φαινόμενο δεν εξηγείται επομένως από μόνη την κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού. Δεν εξηγείται επίσης μόνο από τη φτώχεια και τη δυστυχία στον Τρίτο Κόσμο. Η φτώχεια και η δυστυχία δεν εμφανίσθηκαν μετά το 1989. Προϋπήρχαν. Τίθεται επομένως το ερώτημα : γιατί δεν έρχονταν προηγουμένως λαθρομετανάστες στην Ελλάδα, από τις χώρες αυτές και έρχονται τώρα;

Παγκοσμιοποίηση και Λαθρομετανάστευση

Η απάντηση βρίσκεται, προφανώς, στην πολιτική της παγκοσμιοποίησης, που κυριάρχησε ως πολιτική και στρατηγική επιλογή της μεγάλης δυνάμεως, που εξήλθε νικηφόρα από τον Ψυχρό Πόλεμο, των ΗΠΑ. Η τελευταία είδε στην πολιτική αυτή τον θρίαμβο και την επιβολή της υπερφιλελεύθερης αγοράς σ΄ όλο τον κόσμο και ένα όχημα ηγεμονικών επιδιώξεων και προαγωγής μιας Νέας Διεθνούς Τάξεως.
Τι είναι ακριβώς η παγκοσμιοποίηση; Κανείς δεν μπορεί να δώσει έναν πολύ ακριβή ορισμό. Μπορεί όμως να τη συνοψίσει ως εξής :

α. Στο οικονομικό επίπεδο, ως προς την προώθηση διεθνώς ενός ακραίου νεοφιλελεύθερου οικονομικού συστήματος, που εμπνέεται από τις αρχές της λεγομένης «Συναινέσεως της Ουάσιγκτον» της εποχής Ρήγκαν (δεκαετία του '80). Οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν :

(1) Τον περιορισμό του ρόλου του κράτους στην οικονομία.

(2) Την πολιτική ιδιωτικοποιήσεων και «απελευθερώσεως» της αγοράς από τον κρατικό έλεγχο.

(3) Την εξυγίανση των δημοσίων οικονομιών με ιδιωτικοποιήσεις.

(4) Την εγκατάλειψη των πολιτικών υποκαταστάσεως των εισαγωγών, όπως επίσης των εθνικών πολιτικών και στρατηγικών.

Η πολιτική αυτή επεβλήθη στους Διεθνείς Οικονομικούς Οργανισμούς (Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνής Οργανισμός Εμπορίου).

Με απλά λόγια, η πολιτική αυτή προβάλλει την παγκόσμια αγορά ως τη βασική αναφορά του διεθνούς οικονομικού συστήματος και συστήνει, στο πνεύμα αυτό, τη χαλάρωση των εθνικών φραγμών και των εθνικών συνόρων και την πλήρη φιλελευθεροποίηση του εμπορίου, με στόχο τη δημιουργία μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς.
Τεχνικό υπόβαθρο της πολιτικής αυτής είναι, βεβαίως, η τεχνολογική επανάσταση, ειδικότερα στις τηλεπικοινωνίες, την ηλεκτρονική, την πληροφορική και τις μεταφορές που καθιστούν εφικτές και φθηνές τις παγκόσμιες εμπορευματικές και χρηματοπιστωτικές συναλλαγές. Οι τελευταίες αναγορεύονται σε υπέρτατη και κυρίαρχη αξία του συστήματος.
Η πολιτική αυτή δεν είναι εντελώς νέα. Έχει προϊστορία. Είναι από τους μεγάλους σταθμούς στην προώθησή της, είναι, όπως αναφέρθηκε, η «Συναίνεση της Ουάσιγκτον». Η στρατηγική αυτή παρουσιάσθηκε ως οικονομική πολιτική αλλά ήταν, προφανώς, κάτι πολύ παραπάνω από απλή οικονομική πολιτική.
β. Η παγκοσμιοποίηση ως ομολογημένη και διακηρυγμένη πολιτική στο πολιτικό επίπεδο. Πάνω στην ίδια οικονομική βάση, ο Αμερικανός Πρόεδρος Κλίντον, μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού, εξήγγειλε ως πολιτική την παγκοσμιοποίηση, δίνοντας έμφαση όχι μόνο στην οικονομική αλλά και στην πολιτική και ιδεολογική της διάσταση.

Αμφισβήτηση του Ρόλου του Έθνους και του Εθνικού Κράτους

Συγκεκριμένα, στο πολιτικό επίπεδο αμφισβητήθηκε ο ρόλος του έθνους και του εθνικού κράτους και εμμέσως το εθνοκρατικό διεθνές σύστημα που βασίζεται σ΄ αυτό.
Στο ιδεολογικό επίπεδο, προβλήθηκε θορυβωδώς η ιδέα της λεγομένης «πολυπολιτισμικότητας». Η τελευταία παρουσιάσθηκε και παρουσιάζεται ως περίπου συνώνυμη του διεθνισμού, του κοσμοπολιτισμού και του οικουμενισμού, παραπέμποντας επιτηδείως και συγχέοντας καταχρηστικά και παραπλανητικά την «πολυπολιτισμικότητα» της παγκοσμιοποίησης με τον καλώς νοούμενο διεθνισμό και οικουμενικό ανθρωπισμό.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα :

α. Η πολυπολιτισμικότητα εμφανίσθηκε κατ΄αρχήν στις νέες χώρες μεταναστών, όπως ο Καναδά, οι ΗΠΑ, η Αυστραλία. Ήταν μια ποιο ήπια και πιο ανεκτική πολιτική σε σχέση με την ακολουθούμενη μέχρι τότε άτεγκτη πολιτική της «αφομοίωσης» (integration).
Η πολιτική αυτή προβλήθηκε στη συνέχεια σε ορισμένες Ευρωπαϊκές χώρες, κατά πρώτο λόγο την Ολλανδία, που είχαν ήδη σημαντικό μεταναστευτικό πληθυσμό, ως πολιτική ήπιας αφομοιώσεως και κοινωνικής εντάξεως των ξένων μεταναστών.
Μετά την κατάρρευση του Ανατολικού Συνασπισμού και την εξαγγελία και προώθηση της παγκοσμιοποίησης ως νέας βασικής διεθνούς στρατηγικής των ΗΠΑ, η προωθούμενη μέχρι τότε «πολυπολιτισμικότητα» άλλαξε ουσιαστικά νόημα και έγινε ιδεολογικό όπλο για την προώθηση της παγκοσμιοποίησης.
Παρουσιάσθηκε τότε στη χώρα μας το παράδοξο οι πολιτικές ηγεσίες, υπό την επιρροή της πολιτικής αυτής, να διακηρύσσουν ότι, η Ελλάδα πρέπει να γίνει «πολυπολιτισμική», όταν ακόμη η Ελλάδα είχε μια ζηλευτή στα Βαλκάνια και στην Ευρώπη εθνική συνοχή της τάξεως του 97%. Ο καθένας μπορεί, βεβαίως, να αναρωτηθεί πώς μια χώρα με ένα τόσο εθνικά συμπαγή πληθυσμό μπορεί να γίνει «πολυπολιτισμική», όπως επίσης γιατί να γίνει;
Ένας λόγος περισσότερο μάλιστα όταν άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ολλανδία, που πρωτοστάτησαν προς αυτή την κατεύθυνση, κάνουν σήμερα πίσω ολοταχώς και λαμβάνουν αυστηρότερα μέτρα κατά της λαθρομεταναστεύσεως.
β. Η «πολυπολιτισμικότητα» της παγκοσμιοποίησης δεν ταυτίζεται σε καμιά περίπτωση με τον οικουμενισμό που έχει ως βάση και αναφορά οικουμενικές αξίες και ελεύθερα άτομα και έθνη. Αντιτάσσεται ως αξία στο έθνος, που διαβάλλεται εξ ορισμού ως εθνικισμός. Αναφέρεται επίσης όχι σε οικουμενικές αξίες, όπως αυτές που εκπροσωπεί διαχρονικά η Ελληνική Παιδεία, αλλά ως «ισότητα» των διαφόρων πολιτισμών.
Με τη λογική αυτή, η επιβολή της επιβάλλει την αποδόμηση της εθνικής ιδέας και την υποκατάστασή της από τον «πολυπολιτισμό» της παγκοσμιοποίησης.
Με τον τρόπο αυτό, η λεγόμενη «πολυπολιτισμική» πολιτική γίνεται ιδεολογικό εργαλείο για την αποεθνικοποίηση του κράτους, την καταστροφή δηλαδή του Ελληνικού εθνικού κράτους και της Ελληνικής εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας, υπό το πρόσχημα του σεβασμού και της προστασίας των άλλων που έρχονται ως λαθρομετανάστες και εγκαθίστανται παρανόμως στη χώρα.

Πρόσκληση Φουκουγιάμα στους Ευρωπαίους. «Αφήστε τις Σκληρές Εθνικές Ταυτότητες

Η πολιτική αυτή παραπέμπει στα γνωστά ιδεολογήματα του θεωρητικού της Νέας Τάξεως Φράνσις Φουκουγιάμα, ο οποίος κάλεσε τους Ευρωπαίους να εγκαταλείψουν τις «σκληρές» εθνικές ταυτότητες, που βασίζονται στην εθνική καταγωγή, το εθνικό έδαφος και την εθνική ιστορία και πολιτισμό και να υιοθετήσουν «ήπιες», λάϊτ ταυτότητες, που βασίζονται σε κοινά δικαιώματα και στον κοινό συνταγματικό χάρτη.
Ορισμένοι παραπέμπουν επίσης στη θέση που υπεστήριξε στη δεκαετία του '70 ο Γερμανός Γιούργκεν Χάμπερμας για ένα νέο «συνταγματικό πατριωτισμό». Παραλείπουν όμως να σημειώσουν το γεγονός ότι ο ίδιος στο πιο πρόσφατο έργο του «Ο Μεταεθνικός Αστερισμός», 2003, απορρίπτει όσα είχε υποστηρίξει προηγουμένως, υπό το βάρος του Γερμανικού ενοχικού συμπλέγματος. Υποστηρίζει σήμερα ότι η μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να μπορεί να κάνει διάκριση μεταξύ μελών και μη μελών. Υποστηρίζει επίσης ότι «μια κοσμοπολίτικη κοινότητα δεν μπορεί να είναι δημοκρατική γιατί δεν λειτουργεί μέσα σ΄ αυτήν η αλληλεγγύη των πολιτών που εκπορεύεται από την αίσθηση της κοινής εθνικής ταυτότητας».
Η σύγχυση που επικρατεί για την παγκοσμιοποίηση σε μερίδα της πολιτικής ηγεσίας της χώρας μας, φαίνεται από τα όσα είπε ο Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολιτεύσεως κ. Γιώργος Παπανδρέου κατά την παρουσίαση, στο Γαλλικό Ινστιτούτο, τον Μάϊο του 2006, της μεταφράσεως ενός βιβλίου του πρώην Πρωθυπουργού της Γαλλίας Λιονέλ Ζοσπέν.
Αναφερόμενος, με την ευκαιρία αυτή, στην «πολυπολιτισμική» πολιτική, ο Γ. Παπανδρέου είπε : «Εάν βασίσουμε την ταυτότητά μας αποκλειστικά στη θρησκεία, την εθνική ή φυλετική καταγωγή, τότε επιλέγουμε κοινωνίες είτε θεοκρατικές, είτε βαθιά αυταρχικές, ρατσιστικές ή ακραία εθνικιστικές».
Οι ιδεοληψίες αυτές θέτουν πολλά ερωτήματα. Δεν όφειλε να γνωρίζει ένας Έλληνας πολιτικός ηγέτης ότι η ίδια η Αθήνα, που είναι το λίκνο της δημοκρατίας και μάλιστα υπό την πιο προωθημένη μορφή της, της άμεσης δηλαδή δημοκρατίας, ήταν υπόδειγμα εθνικής και θρησκευτικής συνοχής; Ακόμη και ο ίδιος ο μεγάλος Περικλής δεινοπάθησε για να κάνει αποδεκτή την αναγνώριση ως Αθηναίου του γυιού του, που τον είχε κάνει με μια Ελληνίδα, την Ασπασία, αλλά από άλλη πόλη, τη Μίλητο.
Είναι γνωστός επίσης ο ορισμός του έθνους, που τον έκανε σε ανύποπτο χρόνο, τον 5ο αιώνα π.Χ., ο ιστορικός Ηρόδοτος, με τρεις λέξεις: το όμαιμον, το ομόθρησκον, το ομόγλωσσον.


Ευρωπαϊκή Ένωση και Παγκοσμιοποίηση

Κατά τον ίδιο τρόπο που προβάλλεται από ορισμένους η ανακριβής ιδέα και εντύπωση ότι η λαθρομετανάστευση και η ανοχή της είναι δήθεν επιταγή της ΕΕ και αναπόφευκτη συνέπεια και παράμετρος της εντάξεως της Ελλάδος σ΄ αυτήν, έτσι και σε ό,τι αφορά την «πολυπολιτισμική» πολιτική, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι και αυτή αποτελεί δήθεν μέρος της συμμετοχής μας στην ΕΕ. Υπογραμμίζεται μάλιστα η πολυεθνική και η εκ των πραγμάτων πολυπολιτισμική συγκρότηση της ΕΕ. Είναι προφανές όμως ότι γίνεται και στο θέμα αυτό μια σκόπιμη σύγχυση.
Η ΕΕ αποτελεί συμπολιτεία κρατών και εθνών, που αναγνωρίζουν μεταξύ τους κοινά Ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά και αξίες και συγκατατίθενται ελεύθερα στη δημιουργία μιας Ενώσεως στη βάση της ισότιμης συμμετοχής και του σεβασμού της ιδιαιτερότητας και της εθνικής και πολιτιστικής ταυτότητας του κάθε λαού. Η ΕΕ δεν έχει ως στόχο τη συναίρεση των πολιτισμών στο εσωτερικό κάθε χώρας και την καταστροφή των εθνικών και πολιτιστικών ταυτοτήτων. Αντιθέτως, αναφέρεται ρητά στις καταστατικές της αρχές, η προστασία τους.
Ακόμη και χώρες, όπως η Ολλανδία, οι οποίες εφάρμοσαν «πολυπολιτισμικές» πολιτικές με στόχο την κοινωνική ένταξη ξένων μεταναστών, ανακρούουν σήμερα πρύμναν, όπως ήδη αναφέρθηκε, λόγω των ανεπιθύμητων παρενεργειών τέτοιων πολιτικών και προβληματικών αποτελεσμάτων. Ορόσημο των εντάσεων και αντιδράσεων που προκάλεσαν αποτέλεσε η δολοφονία του εγγονού του μεγάλου ζωγράφου Βαν Γκόγκ από φανατικό Μαροκινό Ισλαμιστή μετανάστη για λόγους θρησκευτικούς.
Ανεξάρτητα από τη λαθρομετανάστευση και την «πολυπολιτισμική» πολιτική που τη συνακολουθεί ως πτυχή της παγκοσμιοποίησης, τίθεται επίσης και ένα άλλο πολύ σημαντικό ερώτημα, που έχει σχέση με τη λογική και την προοπτική της ΕΕ. Η τελευταία ιδρύθηκε ως συμπολιτεία κρατών και εθνών και ως περιφερειακή Ένωση για να δώσει στις Ευρωπαϊκές χώρες-μέλη, με τη συνασπισμένη ισχύ τους, μια άλλη διεθνή διάσταση, βάρος και βεληνεκές. Οι χώρες-μέλη διαπραγματεύθηκαν και συμφώνησαν μεταξύ τους να καταργήσουν τα σύνορα και να επιτρέψουν σταδιακά την ελεύθερη διακίνηση στο εσωτερικό της ΕΕ εμπορευμάτων, κεφαλαίων και προσώπων.
Πού οδηγείται όμως η Ένωση αυτή όταν, με την παγκοσμιοποίηση και την προώθηση μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς, ανοίγουν τα σύνορα προς όλο τον κόσμο; Είναι φανερό ότι το ερώτημα αυτό έχει πολύ ιδιαίτερη σημασία γιατί συνδέεται με το μέλλον της ΕΕ και με τη σύγκρουση που γίνεται στους κόλπους της μεταξύ εκείνων που θέλουν μια ΕΕ, που θα εξελιχθεί σταδιακά σε μια πραγματική πολιτική Ένωση, με προοπτική γεωπολιτικής αυτονομίας στο μέλλον και εκείνων που θέλουν μια υπερδιευρυμένη ΕΕ, που θα αποτελεί περισσότερο ζώνη ελευθέρων εμπορικών ανταλλαγών και λιγότερο μια συνεκτική πολιτική Ένωση.
Το ερώτημα αυτό ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα, γιατί αυτή επεζήτησε την ένταξή της για να αποκτήσει ένα γεωπολιτικό πλεονέκτημα, ενωμένη με άλλους Ευρωπαϊκούς λαούς που έχουν κοινούς παρονομαστές και κοινές αξίες και για να κατοχυρώσει καλύτερα το εθνικό της μέλλον, την ασφάλεια και την ευημερία της.
Είναι προφανές ότι η Ελλάδα πλήττεται ιδιαίτερα από την πολιτική της παγκοσμιοποίησης, πρώτον, γιατί υστερεί σε βιομηχανική και τεχνολογική ανάπτυξη. Δεν μπορεί επομένως να αντισταθμίσει με τεχνολογικά προϊόντα τον αθέμιτο και άνισο ανταγωνισμό που υφίσταται σε μια σειρά τομείς της οικονομίας της, κυρίως στη γεωργία, τα βιοτεχνικά προϊόντα και την ελαφρά βιομηχανία.
Κατά δεύτερο λόγο, η γεωγραφική της θέση στην άκρη της Ευρώπης και σε άμεση γειτνίαση με τις δημογραφικές μάζες του Τρίτου Κόσμου, την εκθέτει ιδιαίτερα στη λαθρομετανάστευση αλλά και σε κάθε είδους παράνομη εισαγωγή προϊόντων, που πλήττουν τη δική της παραγωγή.
Η παγκοσμιοποίηση αποδείχθηκε επωφελής για ορισμένες μεγάλες χώρες του Τρίτου Κόσμου, όπως η Κίνα και η Ινδία. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι οι χώρες αυτές συνδύασαν την ελεύθερη αγορά και ροή των προϊόντων με ισχυρό κρατικό οικονομικό έλεγχο.



Παγκοσμιοποίηση και Μεταναστευτικά Κινήματα

Η έννοια κάθε αγοράς και στη συγκεκριμένη περίπτωση μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς, προϋποθέτει τρεις βασικές ελευθερίες : την ελεύθερη διακίνηση προϊόντων, κεφαλαίων και εργατικού δυναμικού. Αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει αυτό όταν γίνεται λόγος για μια αγορά σε παγκόσμιο επίπεδο, που χαρακτηρίζεται από τόσο μεγάλες και σε ορισμένες περιπτώσεις αβυσσαλέες διαφορές μεταξύ των διαφόρων περιοχών του κόσμου, ιδίως μεταξύ του ανεπτυγμένου και του αναπτυσσομένου κόσμου.
Η εξαγγελία της πολιτικής της παγκοσμιοποίησης συνοδεύθηκε από πλήρη σχεδόν εγκατάλειψη της ιδέας του λεγομένου Διαλόγου μεταξύ Βορρά και Νότου, που κυριάρχησε κατά τις προηγούμενες δεκαετίες. Ο Διάλογος Βορρά - Νότου αφορούσε τη συντεταγμένη μεταφορά πόρων από τον ανεπτυγμένο στον αναπτυσσόμενο κόσμο, στο πλαίσιο ενός ριζοσπαστικού παγκόσμιου προγράμματος αναπτυξιακής βοήθειας προς τον Τρίτο Κόσμο, με παράλληλη αναδιοργάνωση του διεθνούς οικονομικού συστήματος.
Η έλλειψη συγκεκριμένων προοπτικών σε μεγάλες περιοχές του Τρίτου Κόσμου, καταλήγουν στο πλαίσιο μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς, σε τεράστια μεταναστευτικά κινήματα. Η δυναμική των κινημάτων αυτών είναι πρακτικά ανεξάντλητη και επιτείνεται αντί να ανακόπτεται όταν αντιμετωπίζεται με «φιλελεύθερες» δήθεν πολιτικές ανοχής. Η δυναμική τους, εάν μείνει ανεξέλεγκτη, μπορεί να αποσταθεροποιήσει πλήρως τα εθνικά κράτη και τις κοινωνίες του ανεπτυγμένου κόσμου, κατά πρώτο λόγο της Ευρώπης. Ένας λόγος παραπάνω, εκτός των άλλων, είναι και το γεγονός ότι αποτελεί και ένα ιδιαίτερα επικερδές δουλεμπόριο νέου τύπου. Από το δουλεμπόριο αυτό τα δίκτυα των διακινητών αποκομίζουν τεράστια και εύκολα κέρδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου