Πέμπτη 18 Μαρτίου 2010
Η ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΝΑΤΟ
Συντάχθηκε απο τον/την Δ. Σμοκοβίτη
Τρίτη, 16 Μάρτιος 2010 17:04
Μια εμπεριστατωμένη παρουσίαση ενός λίαν επίκαιρου και εθνικώς σημαντικού θέματος από τον Ανώτατο Στρατιωτικό του Στρατού Ξηράς ε.α. και διδάκτορα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Δημήτριο Σμοκοβίτη.
ΝΑΤΟ: ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ
Του Δρος Δ. Σμοκοβίτη ·
Tην 4η Απριλίου 2009, το ΝΑΤΟ γιόρτασε την 60η επέτειο της ίδρυσής του. Οι έξι αυτές δεκαετίες είναι πράγματι μια εντυπωσιακή ηλικία για μια συμμαχία που αποτελείται από κυρίαρχα κράτη δύο ηπείρων. Και αυτό και μόνο ως γεγονός θα άξιζε τον εορτασμό. Αλλά οι αρχηγοί των κρατών και κυβερνήσεων των χωρών μελών της Συμμαχίας αποφάσισαν ότι κατά την επόμενη συνεδρίαση της Συνόδου Κορυφής στο Στρασβούργο και το Κίελο, θα κάνουν και κάτι παραπάνω από τις γιορτές. Θα προχωρήσουν σε σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον της Συμμαχίας. Μια από αυτές τις αποφάσεις θα αφορά σε ένα σημαντικό θέμα, που ήδη έχει προωθηθεί από την νέα κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών, η οποία θεωρεί ότι η στιγμή είναι ιδανική για τη χάραξη της νέας Στρατηγικής Αντίληψης της Συμμαχίας. Και καθώς η συζήτηση επεκτείνεται τόσο στο ΝΑΤΟ, όσο και στο εσωτερικό των χωρών κρίνουμε ότι θα είναι εξαιρετικά χρήσιμο η συζήτηση αυτή να γίνει και στη χώρα μας με τις καλύτερες προϋποθέσεις. Χρησιμοποιήσαμε τη λέξη Αντίληψη αντί για τη λέξη Δόγμα, που παραπέμπει σε δογματισμούς και βάζει την βασική ιδέα για το πώς το ΝΑΤΟ θα πορευτεί τα επόμενα χρόνια σε θέση αντίθετη από την ευελιξία και την ευκαμψία, που στην πραγματικότητα θα πρέπει να διαθέτει.
Η νέα Στρατηγική Αντίληψη για την Συμμαχία αξίζει να συνταχθεί για διαφόρους λόγους:
Αν και πολλές πτυχές της τρέχουσας Αντίληψης είναι διαχρονικές, εν τούτοις υπάρχουν θέματα που ενώ γίνονται τώρα γνωστά, εκτιμάτε ότι θα εξακολουθούν να μας απασχολούν στο μέλλον. Η υπάρχουσα Στρατηγική Αντίληψη, μας πάει πίσω στο 1999, όταν δηλαδή δεν ήταν δυνατό να είχαν προβλεφθεί πολλά από τα γεγονότα που συνέβησαν στα μετέπειτα χρόνια και επηρέασαν τις πολιτικές και την ασφάλεια των αρχών του 21ου αιώνα, όπως λ.χ. οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 και η εξ αυτής εμπλοκή του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν. Επίσης τότε, δεν είχε ληφθεί υπόψη ότι η Συμμαχία θα εξελισσόταν και μάλιστα με τέτοιο ρυθμό, ώστε σήμερα να περιλαμβάνει 26 κυρίαρχα κράτη από 16 που ήταν τότε, ενώ θα είναι σύντομα 28. Ούτε τότε υπήρχε αναφορά στα αντικείμενα και τις πτυχές του μετασχηματισμού της Συμμαχίας που αναλήφθηκαν μετά την 9/11. Το 1999 η Στρατηγική Αντίληψη αναφερόταν σε μια «ευρω-κεντρική» Συμμαχία. Σήμερα το σώμα των κρατών είναι κατά πολύ διευρυμένο και ασχολείται με ζητήματα ασφάλειας πολύ πέρα από τα σύνορα της Ευρώπης - ένα αντικείμενο που επίσης θα πρέπει να αντιμετωπισθεί κατάλληλα στο νέο έγγραφο για την νέα Στρατηγική.
Ο δεύτερος λόγος για την ανάγκη μιας νέας Στρατηγικής Αντίληψης της Συμμαχίας, είναι να ενημερώσει το διεθνές κοινό για το νέο ΝΑΤΟ. Ένα μεγάλο μέρος του κοινού δεν αντιλαμβάνεται πλήρως ή είναι απλά απληροφόρητο για τις εκτεταμένες αλλαγές που το ΝΑΤΟ έχει υποβληθεί από το τέλος του ψυχρού πολέμου. Ένα λοιπόν νέο βασικό έγγραφο θα έκανε ευκολότερη την επεξήγηση της σημερινής αξίας της Συμμαχίας. Παράλληλα θα επιζητηθεί μέσω της διαδικασίας αναθεώρησης του να αποσπαστεί η υποστήριξη των πολιτών, που είναι ουσιαστική για τη συνέχιση της πορείας του οργανισμού αυτού. Η παρουσίαση των σκοπών της Συμμαχίας δεν ενδιαφέρει μόνο το κοινό των χωρών μελών: τα στρατηγικά ενδιαφέροντα του ΝΑΤΟ συμπίπτουν επίσης με ένα διαρκώς αυξανόμενο αριθμό άλλων κρατών, που δεν είναι μέλη της Συμμαχίας. Είναι προφανές ότι η νέα Στρατηγική Αντίληψη θα τύγχανε μιας προσεκτικής ματιάς από τα έθνη αυτά.
Ο τρίτος και αναμφισβήτητα ο πλέον σημαντικός λόγος για μια νέα Στρατηγική Αντίληψη είναι απόρροια της εσωτερικής διαδικασίας σχεδίασης, με την οποία λειτουργεί η Συμμαχία. Οι απαιτήσεις του ΝΑΤΟ είναι σήμερα μεγαλύτερες από ποτέ. Απαιτείται επειγόντως μια σαφής προσέγγιση του νέου ρόλου και των βασικών αποστολών της Συμμαχίας. Με τον καθορισμό τους και μόνο τότε θα είμαστε σε θέση να πάρουμε τις απαραίτητες πολιτικές αποφάσεις, να δώσουμε την αναγκαία προτεραιότητα μεταξύ των πολλαπλών αποστολών και να προσδιορίσουμε τα στρατιωτικά μέσα και τους οικονομικούς πόρους, που απαιτούνται για να εκπληρωθούν. Ο νέος κύκλος του Αμυντικού Σχεδιασμού και των Σχεδιασμού των Εξοπλισμών του ΝΑΤΟ έχει ανάγκη από τέτοιου είδους απαντήσεις. Οι διαπραγματεύσεις που θα ενεργοποιηθούν κατά την προετοιμασία της νέας έκδοσης, είναι βέβαιο ότι θα δημιουργήσουν έναν ευρύτερο προβληματισμό και συζήτηση μεταξύ των συμμάχων. Η διαπραγμάτευση θα τους προσφέρει την ευκαιρία να εξετάσουν όλα τα ερωτήματα-κλειδιά, σχετικά με το παρόν και το μέλλον του ΝΑΤΟ. Αναμένονται σημαντικές εισηγήσεις από όλα τα κράτη-μέλη κατά τη διάρκεια αυτής διαδικασίας. Η εσωτερική αυτή διαπραγμάτευση δεν θα είναι πάντα εύκολη ή αρμονική, πλην όμως θεωρείται απολύτως απαραίτητη προκειμένου να επιτευχθεί μια νέα συναίνεση.
Οι παραπάνω τρεις λόγοι για την ανάγκη έναρξης της τυπικής διαδικασίας ανάπτυξης της νέας Στρατηγικής Αντίληψης, φαίνεται ότι υποστηρίζονται ευρύτερα από όλες τις χώρες μέλη
Όμως, τί θα έπρεπε να αναμείνουμε από το περιεχόμενό της νέας αυτής Στρατηγικής Αντίληψης;
Κατά την άποψή μας, εάν πρόκειται να έχει πραγματική αξία και διαχρονική λειτουργικότητα, θα πρέπει να αντιμετωπίσει τουλάχιστον ένα αριθμό από τα πλέον βασικά ζητήματα της Συμμαχίας.
Αρχικά, η νέα Στρατηγική Αντίληψη θα πρέπει να παρέχει σαφή περιγραφή του μελλοντικού στρατηγικού περιβάλλοντος. Αυτό δεν πρέπει να περιλάβει μόνο την τρομοκρατία, τα αποτυχημένα κράτη και τον πολλαπλασιασμό των όπλων μαζικής καταστροφής, αλλά και όπως λ.χ. τις επιπτώσεις ασφάλειας των κυβερνο-επιθέσεων, της αλλαγής κλίματος, της εξασφάλισης της ενέργειας και την καταπολέμηση της πειρατείας. Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, αντιμετωπίζουμε «παγκοσμιο-ποιημένη ανασφάλεια», στην οποία η διεθνής κοινότητα θα εμπλακεί και ως εξ τούτου απαιτείται μια ευρεία και σύνθετη σειρά εργαλείων και τρόπων προσέγγισης. Η νέα Στρατηγική Αντίληψη πρέπει να θέσει με πειστικό τρόπο τα ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο, τον οποίο το ΝΑΤΟ έχει να διαδραματίσει. Αλλά και το πως θα μπορούσε ο ρόλος αυτός να δώσει επιπρόσθετη αξία στις καταβαλλόμενες προσπάθειες της Συμμαχίας και της διεθνούς Κοινότητας.
Κατόπιν, η Στρατηγική Αντίληψη πρέπει να καθορίσει την έννοια του άρθρου 5, της Συνθήκης της Ουάσιγκτον, λαμβάνοντας υπόψη το νέο περιβάλλον ασφάλειας. Για πρώτη φορά στην ιστορία, οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ επικαλέσθηκαν το άρθρο 5, ως άμεση συνέπεια των τρομοκρατικών επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, αν και δεν επρόκειτο για μια επίθεση με την παραδοσιακή στρατιωτική έννοια του όρου. Θα πρέπει λοιπόν το άρθρο 5, που αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της Συμμαχίας, να καθορισθεί με λεπτομέρεια για το πώς θα ερμηνευτεί και θα εφαρμοσθεί σήμερα. Μια κυβερνο-επίθεση δεν απαιτεί ούτε ένα στρατιώτη να διασχίσει τα σύνορα ενός άλλου κράτους, ενώ μπορεί εύκολα να παραλύσει τη δυνατότητα της λειτουργίας της χώρας. Η τυχόν διακοπή του ενεργειακού ανεφοδιασμού μπορεί να διαλύσει τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό και με τέτοιο τρόπο ώστε να συγκρίνεται με τις συνέπειες ενός πραγματικού πολέμου, χωρίς ούτε ένα πυροβολισμό. Εξάλλου, η τήξη των πάγων της Αρκτικής θα μπορούσε να έχει σοβαρές επιπτώσεις για την ασφάλεια των χωρών της περιοχής. Αυτές οι προκλήσεις ασφάλειας δεν απαιτούν απαραίτητα την επέμβαση των στρατιωτικών δυνάμεων. Απαιτούν όμως τη συλλογική αντιμετώπιση εκ μέρους των συμμάχων. Τονίζετε εδώ η έννοια και η σημασία της Συμμαχικής Αλληλεγγύης στο νέο περιβάλλον ασφάλειας, έτσι ώστε τα έθνη να είναι καθησυχασμένα από την κοινή διαβεβαίωση ότι δεν θα αναγκασθούν να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις ασφάλειας από μόνα τους. Η νέα Στρατηγική Αντίληψη πρέπει να παρέχει έναν νέο προσδιορισμό της «αλληλεγγύης» μεταξύ των μελών και μία σαφή κατανόηση της έννοιας της «συλλογικής άμυνας».
Τρίτον, η νέα Στρατηγική Αντίληψη πρέπει να ενσωματώσει την έννοια της «συνολικής προσέγγισης». Αντίθετα από ότι ίσχυε κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι σημερινές προκλήσεις ασφάλειας δεν μπορούν να εξετάζονται μόνο από το ΝΑΤΟ. Αλλά και κανένας άλλος οργανισμός ασφάλειας δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι μπορεί να ενεργήσει για τα πάντα από μόνος του. Το Συμβούλιο Ασφαλείας δεν μπόρεσε και δεν μπορεί να παίξει πάντα τον επιθυμητό ρόλο του. Ως εκ τούτου λειτουργούν μηχανισμοί υποκατάστασης. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι στην πραγματικότητα το ζήτημα είναι ότι το κενό που υπάρχει στην παγκόσμια διακυβέρνηση κάποιος θα πρέπει να έχει την ισχύ και να μπορεί να το καλύψει, έχοντας δημοκρατική και διακρατική νομιμοποίηση. Και αυτό προφανώς το κενό, σε ένα πολύ μεγάλο βαθμό, διεκδικεί ή θα ήθελε να διεκδικήσει το ΝΑΤΟ. Αυτό είναι και το μεγάλο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει η Σύνοδος Κορυφής της Λισσαβόνας, με βάση την εισήγηση της Επιτροπής Σοφών για τη νέα Στρατηγική Αντίληψη.
Η ασφάλεια π.χ. στο Αφγανιστάν και αλλού απαιτεί προσεκτική εφαρμογή ενός μεγάλου φάσματος οικονομικών, πολιτικών και στρατιωτικών μέτρων, που τελικά μας οδηγούν αρκετά μακριά από τις υπάρχουσες δυνατότητες του ΝΑΤΟ. Η νέα Στρατηγική Αντίληψη θα πρέπει να αναγνωρίσει τα όρια και τις δεσμεύσεις, ενώ παράλληλα θα εξετάζεται ο ρόλος που το ΝΑΤΟ θα παίξει στο πλαίσιο μιας συνολικής προσέγγισης με την συνεισφορά όλων. Ο τρόπος της εφαρμογής των απαραίτητων πολιτικών και στρατιωτικών μέσων κατά τρόπο συντονισμένο και αποτελεσματικό είναι μια σημαντική επιδίωξη. Η υπογραφή της κοινής Διακήρυξης του ΝΑΤΟ-ΟΗΕ τον περασμένο Σεπτέμβριο αποτελεί ένα σημαντικό βήμα για την ανάπτυξη μιας τέτοιας «συνολικής προσέγγισης». Υπάρχουν και άλλοι διεθνείς οργανισμοί με τους οποίους το ΝΑΤΟ θα πρέπει να αναπτύξει πλέον στενή συνεργασία, και ιδιαίτερα με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Είκοσι ένα έθνη είναι μέλη και των δύο αυτών οργανώσεων, ενώ πέντε μέλη της ΕΕ είναι και συνεργάτες του ΝΑΤΟ και αυτοί οι αριθμοί είναι πιθανό να αυξηθούν στο κοντινό μέλλον. Αλλά οι δύο οργανισμοί, ΝΑΤΟ και ΕΕ, δεν μοιράζονται μόνο τα μέλη, αλλά και τις ίδιες αξίες. Συμμετέχουν και οι δύο στις προσπάθειες εξασφάλισης, της ελευθερίας για τους λαούς ,των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ενός σταθερού περιβάλλοντος ασφάλειας. Για τους λόγους αυτούς, μια περισσότερο στενή συνεργασία είναι όχι μόνο λογική, αλλά και ιδιαίτερα επιθυμητή, επειδή θα ενίσχυε την αποτελεσματικότητα και των δύο αυτών οργανισμών. Τέλος, στην ανάπτυξη της απαραίτητης στενής συνεργασίας, θα είναι ουσιαστικό να ληφθούν υπόψη οι ανησυχίες εκείνων των εθνών που είναι μέλη μόνο της μιας οργάνωσης, και όχι της άλλης. Με μια ρεαλιστική προσέγγιση και μια μεγάλη δόση πολιτικής θέλησης, είναι δυνατόν να υπερνικηθούν οι υπάρχουσες τυχόν ανησυχίες, και να αποκατασταθεί πλήρως η δυναμική που ενυπάρχει στις σχέσεις ΝΑΤΟ-ΕΕ.
Τέταρτον, πρέπει να αναφέρεται στο Στρατιωτικό Μετασχηματισμό. Η νέα Στρατηγική Αντίληψη πρέπει επίσης να εξετάσει την ισορροπία μεταξύ της συλλογικής άμυνας του εδάφους των χωρών της Συμμαχίας και των νέων αποστολών του ΝΑΤΟ, με την εκστράτευση εκτός περιοχής. Φυσικά, η συλλογική άμυνα παραμένει, και θα παραμείνει, ο πυρήνας και η βασική αρχή επάνω στην οποία εδράζεται η Συμμαχία. Αλλά κανένας σύμμαχος δεν μπορεί σήμερα να αντέξει οικονομικά τη διατήρηση ενόπλων δυνάμεων, απλά και μόνο για τον σκοπό αυτό. Η απαίτηση να αναπτυχθούν οι δυνάμεις και ο εξοπλισμός τους σε απόμακρες περιοχές κρίσης, συχνά με μικρή προειδοποίηση, είναι τόσο σημαντική όσο και η απαίτηση να υπάρξουν οι απαραίτητες δυνάμεις για την υπεράσπιση των εθνικών τους συνόρων. Οι δυνάμεις που είναι ικανές να κάνουν το πρώτο (συμμετοχή στις εκστρατείες) μπορούν να κάνουν επίσης και το δεύτερο (υπεράσπιση εθνικών συνόρων), το αντίστροφο μάλλον δεν ισχύει. Γι αυτό οι δυνάμεις πρέπει να είναι ικανές να εξασφαλίζουν την ευελιξία και προσαρμοστικότητα σε όλο το πλήρες φάσμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων, από τη διαχείριση κρίσης και τη διατήρηση της ειρήνης μέχρι την πολεμική σύγκρουση. Μια νέα Στρατηγική Αντίληψη πρέπει όχι μόνο να καταστήσει αυτήν την απαίτηση απόλυτα σαφή, αλλά και να χαράξει την οδό για την απόκτηση των παραπάνω δυνατοτήτων. Αυτό συνεπάγεται αφ’ ενός μέτρα για τη συνέχιση των προσπαθειών για τον Μετασχηματισμό, όπως και η αναθεώρηση της διαδικασίας του Αμυντικού Σχεδιασμού και Προγραμματισμού και του τρόπου χρηματοδότησης των επιχειρήσεων υπό την ηγεσία της Συμμαχίας.
Πέμπτο, είναι αυτονόητο ότι χρειάζεται να αντιμετωπίζει τις απαιτούμενες δαπάνες. Η απαίτηση για μια κοινή χρηματοδότηση μέσω του προϋπολογισμού του ΝΑΤΟ φαίνεται ότι υποστηρίζεται από τα περισσότερα μέλη. Οι αμυντικές δαπάνες, υπό τις συνθήκες της παγκόσμιας δημοσιονομικής κρίσης, είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό πρόβλημα για τη Συμμαχία, αλλά και για κάθε κράτος-μέλος της Συμμαχίας χωριστά. Όλα τα κράτη έχουν πρόβλημα με τις αμυντικές τους δαπάνες, που είναι υψηλές ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, αλλά και σε απόλυτους αριθμούς. Η ΕΕ επίσης θα προσκαλείται να εξετάζει την χρηματοδότηση των αποστολών μέσω των δικών της πόρων. Ο κίνδυνος που ελλοχεύει εδώ είναι να χρησιμοποιηθεί η κοινή χρηματοδότηση μόνον για την ανάπτυξη και την διατήρηση ικανών δυνάμεων από τις χώρες που συμμετέχουν στις επιχειρήσεις του ΝΑΤΟ και βέβαια θα αμείβονται από την κοινή χρηματοδότηση, οδηγώντας τις άλλες χώρες σε σταδιακή απαξίωση του στρατιωτικού τους δυναμικού, με ότι αυτό συνεπάγεται για την εθνική κυριαρχία.
Έκτο, θα έχει την δυναμική για να προωθεί η σταθεροποίηση της Ευρώπης. Η εμμονή του ΝΑΤΟ, κατά την προηγούμενη περίοδο, αφενός να διευρύνει την Συμμαχία και αφετέρου να διατηρεί καλές σχέσεις με την Ρωσία υποβλήθηκε σε ουσιαστική δοκιμασία κατά τη διένεξη στον Καύκασο. Και οι δύο αυτοί στόχοι θα παραμένουν να είναι ουσιαστικοί και στο μέλλον. Η διεύρυνση, επειδή αποτελεί την έκφραση της ελεύθερης βούλησης του δικαιώματος κυρίαρχων λαών να επιλέγουν οι ίδιοι τους συμμάχους τους, παρά να επιλέγονται από αυτούς, θα συνεχίσει να είναι ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία για την παγίωση της ασφάλειας στην Ευρώπη, και της υλοποίησης συνολικά μιας ελεύθερης και δημοκρατικής ζώνης ασφάλειας. Η διεύρυνση έχει μειώσει την πιθανότητα μεγάλης κλίμακας πολέμου στην Ευρώπη και έχει ενισχύσει τη σταθερότητα και την ασφάλεια στην όλη ευρω-ατλαντική περιοχή, όχι μόνο για τους συμμάχους αλλά και για τους νέους συμμάχους και τους γείτονες. Επομένως, αναμένεται ότι η νέα Στρατηγική Αντίληψη θα επισημάνει ότι η διαδικασία της διεύρυνσης παραμένει ανοικτή, καθιστώντας επίσης σαφές ότι οι νόμιμες ανησυχίες της Ρωσίας για την ασφάλειας της δεν πρόκειται να αγνοηθούν ή να παραμεληθούν. Αυτό πρέπει να οδηγεί σε ένα άλλο βασικό χαρακτηριστικό γνώρισμα για τη νέα Στρατηγική Αντίληψη: την πρόβλεψη της μόνιμης σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας. Λαμβάνοντας υπόψη τα πρόσφατα γεγονότα, είναι σημαντικά χρήσιμο να διδαχθούμε από τον τρόπο της αλληλεπίδρασης που ενυπάρχει στο υφιστάμενο πλαίσιο του Συμβουλίου ΝΑΤΟ και Ρωσίας. Η αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ τους είναι πολύ αναγκαία, για την συνεξέταση των πολλών κοινών προκλήσεων. Η Ρωσία εμφανίζεται κατά την περίοδο αυτή να αντιλαμβάνεται ότι η Δύση, και ειδικότερα το ΝΑΤΟ, δεν λαμβάνουν υπόψη τις ανησυχίες της σχετικά με την ασφάλειά της. Πρόκειται για μια αντίληψη που πρέπει να αντιμετωπιστεί – τόσο από το ΝΑΤΟ όσο και από τη Ρωσία. Υπάρχουν πολλά θέματα αμοιβαίου συμφέροντος και η συνεργασία είναι ασφαλώς προτιμητέα για την αντιμετώπιση τους. Η συνεργασία μπορεί μόνο να επιτευχθεί εάν και το ΝΑΤΟ και η Ρωσία είναι έτοιμοι να αναλάβουν έναν συνεχή και ειλικρινή διάλογο. Πιστεύεται ότι η νέα Στρατηγική Αντίληψη θα παράσχει την ιδανική ευκαιρία για τους συμμάχους να φθάσουν σε συναίνεση για τον τρόπο εμπλοκής τους με τη Ρωσία και την περαιτέρω προώθηση της σχέση τους.
Αν και η σημερινή μας αναφορά εστιάζεται σε έξη μόνο από τα βασικά θέματα, υπάρχουν ασφαλώς και πολλά άλλα εξ ίσου σημαντικά, όπως ο προσδιορισμός του ρόλου του Ελέγχου των Όπλων και του Αφοπλισμού, οι σχέσεις με τα έθνη τα οποία ανήκουν στην κατηγορία των συνεργαζομένων από όλη την υδρόγειο, η συνεργασία με τις περιφερειακές οργανώσεις ασφαλείας, όπως η Αφρικανική Ένωση, ο ρόλος του ΝΑΤΟ στις επιχειρήσεις παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας ή ενίσχυσης για την ανακούφιση από τις καταστροφές, κ.ά. Εάν υπάρχει ένας ρόλος για το ΝΑΤΟ που πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω, είναι αυτός που θα αξιοποιεί πλήρως τη Συμμαχία ως βήμα για διαβουλεύσεις σε θέματα ασφάλειας μεταξύ των συμμάχων – βόρειο-αμερικανών και ευρωπαίων. Σε μία εποχή που το περιβάλλον της ασφάλειάς αλλάζει ταχύτατα, και μάλιστα όταν οι προκλήσεις είναι πλέον μη προβλέψιμες, το ΝΑΤΟ απαιτείται να διαθέτει αντίστοιχα μια πλέον ευρεία δέσμη εργαλείων και ικανοτήτων και τον τρόπο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των κρίσεων. Προ πάντων, απαιτείται η ουσιαστική συμφωνία μεταξύ των συνεργαζόμενων εθνών για πώς και πότε θα χρησιμοποιούνται οι ικανότητες της Συμμαχίας, για την προστασία των κοινών συμφερόντων και αξιών. Πιστεύεται ότι μια νέα Στρατηγική Αντίληψη της Συμμαχίας θα εξασφαλίσει την εν λόγω συναίνεση. Ο χρόνος είναι πλέον κατάλληλος γι’ αυτό!
ΠΗΓΕΣ
Ευθυμιόπουλος Μάριος Π. (2008), Το ΝΑΤΟ στον 21ο αιώνα: Η Ανάγκη για ένα Στρατηγικό Πλάνο και η διεύρυνση των Σχέσεων ΝΑΤΟ-Ρωσίας. Θεσσαλονίκη-Αθήνα, Εκδόσεις Σάκκουλα Α. Ε.
Barrass, Gordon S. (2009), The Great Cold War : A Journey Through the Hall of Mirrors. Stanford, CA : Stanford University Press.
Deni, John R (2007), Alliance Management and Maintenance : Restructuring NATO for the 21st Century. Aldershot, UK : Ashgate.
Frantzen,,Henning-A. (2005), NATO and Peace Support Operations 1991-1999 : Policies and Doctrines. London: Frank Cass.
--------------------------------------------------------------------------------
· Ο κ. Δημήτριος.Σμοκοβίτης είναι Ανώτατος Αξιωματικός του Στρατού Ξηράς ε.α., διδάκτωρ της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, με μεταδιδακτορικές σπουδές στις ΗΠΑ, στην Ελλάδα και στη Γαλλία. Μεταξύ άλλων, διετέλεσε Visiting Scholar, Center for International Affairs, Harvard University και υπότροφος του Ιδρύματος ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Σ. ΩΝΑΣΗΣ. Έχει δημοσιεύσει άρθρα και επιστημονικές ανακοινώσεις στην ελληνική και αγγλική, εργασίες του δε έχουν μεταφραστεί στην γαλλική, ισπανική και κινεζική.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου