Του Αντιναυάρχου ε.α. Γ. Δεμέστιχα Π.Ν.
Επιτίμου Αρχηγού Στόλου
Μια ματιά στο χάρτη των Βαλκανίων και της Νοτιανατολικής (ΝΑ) Μεσογείου φανερώνει την μοναδικότητα της περιοχής. Πρόκειται για μία περιοχή που αποτελείται από ηπειρωτικές χώρες και νησιά, που ενώνει τρεις ηπείρους και που υπήρξε το λίκνο πολιτισμών. Η περιοχή αυτή υπήρξε επίσης το πεδίο εντόνου ανταγωνισμού μεταξύ των λαών της, μεταξύ των παρακτίων κρατών, των ισχυρών παγκόσμιων δυνάμεων αλλά και ισχυρών οικονομικών συμφερόντων. Στην ίδια περιοχή γεννήθηκαν μεγάλες θρησκείες και πολλά εθνικά κινήματα.
Η περιοχή της Βαλκανικής και της ΝΑ Μεσογείου εξακολουθεί να παραμένει μία ζώνη αντιπαραθέσεων θρησκευτικών, πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών. Iδιαίτερα μετά τις επεμβάσεις στον Κόλπο-Αφγανιστάν και Γιουγκοσλαβία, την αναβίωση του Ισλαμικού φονταμενταλισμού, την εκρηκτική κατάσταση που έχει διαμορφωθεί από την επέμβαση στο Ιράκ, την εξέλιξη του Παλαιστινιακού ως και την εθνικιστική έξαρση και εξ αυτής αστάθεια στα Δυτικά Βαλκάνια, η περιοχή έχει μετατραπεί και σε ζώνη εν δυνάμει πολιτικών και στρατιωτικών κρίσεων που προκαλούν την ικανότητα των εμπλεκομένων κρατών και οργανισμών, με πρωταγωνιστές το ΝΑΤΟ, ΕΕ, ΟΗΕ, Ρωσική Ομοσπονδία και κυρίως τις ΗΠΑ, να υιοθετήσουν και να ασκήσουν ευέλικτες, καινοτόμες και αποτελεσματικές προσεγγίσεις και πολιτικές. Για τον Ελληνισμό η προσοχή εστιάζεται στις επιδιώξεις της Τουρκίας στην Κύπρο, στο Αιγαίο αλλά και στην Θράκη και στις εξελίξεις στα όμορα κράτη της Ελλάδος στην Βαλκανική, αλλά και στις εξελίξεις στην ΝΑ Μεσόγειο και Μέση Ανατολή όχι μόνο λόγω οικονομικών συμφερόντων με προεξέχοντα αυτά της Ελληνικής Εμπορικής Ναυτιλίας αλλά και λόγω των ισχυρών παραδοσιακών δεσμών φιλίας που σφυρηλατήθηκαν επί δεκάδες αιώνες με όλους τους λαούς και που δεν επηρεάσθηκαν από θρησκευτικές διαφορές αφού η Ορθοδοξία και ο Ισλαμισμός κατόρθωσαν να αναπτυχθούν ανεξάρτητα αλλά και να συμβιώσουν χωρίς προβλήματα με αλληλοσεβασμό μεταξύ τους.
Η σημερινή κατάσταση στα «Δυτικά Βαλκάνια» που περιλαμβάνουν μορφώματα κρατών που προέκυψαν από την διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας και την Αλβανία παραμένει ρευστή, σε αντίθεση με τα Ανατολικά Βαλκάνια (Ρουμανία, Βουλγαρία) που η πρόσφατη ένταξη στο ΝΑΤΟ και η επικείμενη ένταξη στην ΕΕ δημιουργεί προϋποθέσεις σταθερότητας και ειρήνης.
Η αστάθεια και η ρευστότητα αυτή στα Δυτικά Βαλκάνια, η οποία ενετάθη από τα πρόσφατα γεγονότα του Κοσσυφοπεδίου και της FYROM και την παρατηρουμένη έξαρση των μειονοτικών ζητημάτων, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην μεγαλοϊδεατική και αλυτρωτική πολιτική που δημιουργεί προβλήματα στην βιώσιμη συνύπαρξη στο Κοσσυφοπέδιο, στην FYROM αλλά και βορειότερα στο Μαυροβούνιο, με σχετικές προεκτάσεις και στην Ελλάδα, που τα καθιστούν εν δυνάμει περιοχή πιθανών κρίσεων. Παρά την λήξη των ενόπλων συγκρούσεων στην περιοχή των Δ.Βαλκανίων, δεν έχει εκλείψει ο κίνδυνος αναζωπύρωσης, γιατί οι εστίες έντασης εξακολουθούν να υπάρχουν και κανένα σοβαρό πρόβλημα δεν έχει, ουσιαστικά, επιλυθεί. Το γεγονός, εξ άλλου, ότι όλες αυτές οι χώρες υποστηρίζουν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό τους και επιδιώκουν την ενσωμάτωσή τους σε ΝΑΤΟ και ΕΕ, δεν βελτιώνει την κατάσταση γιατί η πορεία προς αυτή την κατεύθυνση είναι μακρά και αβέβαιη, (με εξαίρεση βέβαια την Σλοβενία που είναι η μόνη εθνικά ομογενής χώρα και με τα λιγότερα οικονομικά και πολιτικά προβλήματα και που ήδη έχει ενταχθεί στην ΕΕ). Οι πολυπολιτισμικές κοινωνίες δυνατόν να λειτουρογύν αποτελεσματικά, εφόσον δεν θίγουν κυριαρχικά δικαιώματα ομόρων κρατών, άλλως γίνονται εστίες μελλοντικών αναταραχών. Οι ιδιαιτερότητες της Βαλκανικής πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψιν στους επικείμενους σχεδιασμούς ώστε να ησυχάσουν τα πάθη του παρελθόντος αλλά και να μην δημιουργούν διεκδικήσεις από τις επόμενες γενιές.
Ειδικά η πορεία των χωρών της Δυτικής Βαλκανικής προς το ΝΑΤΟ φαίνεται ότι ελέγχεται από τις ΗΠΑ, οι οποίες στα πλαίσια των στρατηγικών τους επιδιώξεων για διασφάλιση προθύμων, σίγουρων και απόλυτα ελεγχομένων χωρών-δορυφόρων, στην Βαλκανική, ευρίσκουν πρόσφορο έδαφος στα Δυτικά Βαλκάνια, με την παρούσα κατάσταση.
Στην παραδοσιακή εικόνα της Βαλκανικής, που σχηματίζεται από την δυναμική της ιστορίας της, ήλθαν να προστεθούν με καταλυτικό τρόπο οι εξελίξεις που διαδραματίζονται στον τομέα των ενεργειακών πόρων στις γεωπολιτικές ζώνες της Ευρασίας και της ΝΑ Μεσογείου. Το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, η ηλεκτρική ενέργεια, οι οδικοί άξονες, η χρήση των υδάτων των διασυνοριακών ποταμών και λιμνών συνιστούν σήμερα τις πιο δυναμικές προκλήσεις για την περιοχή των Βαλκανίων.
Στα Δυτικά Βαλκάνια, η Αλβανία παραμένει το μεγάλο ερωτηματικό διότι παρά την προς την ΕΕ πορεία της, γεγονός που δρα ανασταλτικά, δεν αποτρέπεται η καλλιέργεια του «μεγαλοϊδεατισμού» της. Σύμφωνα με το Σχέδιο της Αλβανικής Ακαδημίας για την «λύση του εθνικού προβλήματος' εμφανίζονται οι ακόλουθες επιδιώξεις :
Ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου.
Αυτονομία της Δυτικής περιοχής της FYROM.
Ειδικό καθεστώς στο Μαυροβούνιο.
Αναγνώριση Αλβανικής μειονότητας και μειονοτικών δικαιωμάτων στην Ελλάδα. Η επί έργω απαράδεκτη συμπεριφορά κατά την προγραμματισμένη επίσκεψη στις αρχές Νοεμβρίου 2005 επίσκεψη του Έλληνος Προέδρου της Δημοκρατίας στην Αλβανία, δηλώνει την πραγματική πρόθεση της χώρας ή το πνεύμα που έχει καλλιεργηθεί στον λαό της. Και εδώ θα ήθελα να αναφέρω ότι τα πράγματα έχουν αντιστραφεί. Δεν είναι επιθυμητή οιαδήποτε αλλαγή συνόρων. Αν όμως αλλάξουν τα σύνορα στην Βαλκανική η Ελλάδα, και μόνο, έναντι της Αλβανίας τεκμηριωμένα διεκδικεί την Β.Ήπειρο, όπως συμφωνούσαν όλες οι Δυτικές Δυνάμεις που πολεμούσαν στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο εναντίον του Ναζισμού.
Η αμέσως επομένη χρονική περίοδος θα είναι κρίσιμη για την Σερβία, αναλόγως των εξελίξεων που αφορούν στο μέλλον και το status του Κοσσυφοπεδίου αλλά και του Μαυροβουνίου. Απόσχιση αυτών των περιοχών ίσως σημαίνει εθνικιστική έξαρση στην Σερβία και έκρυθμη κατάσταση στην Βαλκανική.
Παράλληλα οι αλυτρωτικές βλέψεις (έστω και για εσωτερική κατανάλωση) της FYROM με την επιμονή του σφετερισμού του ονόματος «Δημοκρατία της Μακεδονίας» αποτελούν αγκάθι στις σχέσεις της χώρας αυτής με την Ελλάδα στην οποία και αναζητά στηρίγματα πολιτικά και οικονομικά. Ενώ η συγκεκριμένη επιδίωξη έστω, ως ιδανικού, την υπό κατάλληλες συνθήκες δημιουργία της Μεγάλης Βουλγαρίας δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής της Ελληνικής Πολιτείας δια την έγκαιρο λήψη μέτρων.
Σε ότι αφορά την Τουρκία, αυτή στηρίζεται στην ισχυρή παρουσία της στο ΝΑΤΟ και στις ιδιαίτερες, αλλά με διακύμανση, διμερείς σχέσεις της με τις ΗΠΑ. Η Τουρκία προβάλλει τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην ΕΕ την λόγω θέσεως γεωπολιτική και γεωστρατηγική αξία της καθώς και την φυλετική και θρησκευτική συγγένειά της και επιρροή προς τα κράτη της Κασπίας, της Κεντρικής Ασίας και της Μέσης Ανατολής καθώς επίσης και τις Μουσουλμανικές μειονότητες των Βαλκανίων. Η επιδίωξή της είναι να αναπτυχθεί ως περιφερειακή δύναμις, παράλληλα με την Στρατηγική της επιλογή να γίνει πλήρες μέλος της ΕΕ, η πορεία προς την οποία συναντά εμπόδια από τις αντιθέσεις και αντιφάσεις του πολιτειακού της συστήματος.
Η διαμορφούμενη ήδη νέα κατάσταση, με την έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας με την ΕΕ (από τις 3 Οκτωβρίου 2005) προμηνύει εξελίξεις, οι οποίες θα διαδραματισθούν στην Εθνοσυνέλευση και θα οδηγήσουν είτε σε συνταγματική αναθεώρηση υποταγής του Τουρκικού κατεστημένου στην Πολιτική ηγεσία είτε σε ανατροπή της και συνέχιση των ισχυόντων με παράλληλη ειδική προνομιακή σχέση με την ΕΕ, χωρίς ένταξη της Τουρκίας σε αυτήν.
Μεσοπρόθεσμα, εκτιμάται ότι θα συνεχισθούν οι προσπάθειες της Τουρκίας να καταστεί περιφερειακή δύναμη στην περιοχή της λεκάνης της ΝΑ Μεσογείου αφ΄ενός μεν δια του εκσυγχρονισμού των Ε.Δ. της (οργάνωση, μέσα, νέα τεχνολογία κ.λ.π.) και αφ΄ετέρου δια της αναπτύξεως εντόνου διπλωματικής δραστηριότητας προς περαιτέρω βελτίωση των συνεργασιών με Ρωσία, Κίνα, τις χώρες της Μέσης Ανατολής αλλά και με χώρες της ΕΕ, ενώ οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ θα διακυμαίνονται αναλόγως της εξελίξεως για τη δημιουργία ανεξαρτήτου Κουρδικού κράτους στο Βόρειο Ιράκ.
Σε ότι αφορά τις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, παρά την στήριξη της Ελλάδος του αιτήματος της Τουρκίας για έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την ΕΕ και την εφαρμογή πολιτικής προσεγγίσεως σε θέματα χαμηλής προτεραιότητος, είναι δυνατόν ανά πάσα στιγμή να υπάρξουν εντάσεις και να δημιουργηθούν κρίσεις λόγω της διατηρουμένης Τουρκικής κατοχής της Βορείου Κύπρου και της υπό της Τουρκίας άμεσης αμφισβήτησης των Ελληνικών απόψεων κυριαρχίας του εναέριου χώρου στο Αιγαίο, του δικαιώματος επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ., τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδος και της συντήρησης μειονοτικού θέματος στην Θράκη.
Εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η προαναγγελομένη αλλαγή του Τουρκικού Αμυντικού Δόγματος, σύμφωνα με το οποίο η πρωτεύουσα απειλή για την Τουρκία είναι η τρομοκρατία ενώ η Ελλάδα δεν αποτελεί πλέον στρατιωτική απειλή, γίνεται με πολιτικά κριτήρια προκειμένου να ικανοποιηθούν η ΕΕ και οι ΗΠΑ ενώ επισημαίνεται η αντιμετώπιση της Κουρδικής απειλής από όπου και αν προέρχεται και θα ήταν ολέθριο για την Ελλάδα και την Κύπρο να πιστέψουμε ότι η προς αυτές Τουρκική πολιτική θα αλλάξει σημαντικά, μεσοπρόθεσμα τουλάχιστον, παρά τις όποιες ρήτρες προβλέπονται στο διαπραγματευτικό ενταξιακό πλαίσιο της ΕΕ. Το μέλλον θα δείξει κατά πόσον η Τουρκία θα προχωρήσει με συγκεκριμένα βήματα στην εξομάλυνση των σχέσεών της με την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η σημαντικότης της Κύπρου είναι αυταπόδεικτη αφού ευρίσκεται σε κεντρική θέση της λεκάνης της ΝΑ Μεσογείου. Παρ΄όλες τις περιπέτειες, τις δοκιμασίες, την στυγνή εισβολή του '74 και την έκτοτε Τουρκική κατοχή του βορείου τμήματος της νήσου, τον εκπατρισμό και την προσφυγοποίηση διακοσίων χιλιάδων περίπου Ελληνοκυπρίων με τις μοιραίες οικονομικές, κοινωνικές και εντάσεις των εθνοφυλετικών διαφορών συνέπειες, η Κύπρος επέτυχε άθλους κυριολεκτικά ως «Κυπριακή Δημοκρατία» τόσο στον οικονομικό όσο και τον κοινωνικό τομέα.
Παρά τα ανωτέρω, η Κύπρος, καίτοι ουσιαστικός εταίρος πλέον της ΕΕ, δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής. Η Τουρκία, παρ΄ότι υποψηφία για ένταξη στην ΕΕ, δέσμια του πλέγματος ιδιαιτεροτήτων, αδυναμιών, φιλοδοξιών και επιδιώξεών της, εκμεταλλεύεται κάθε δυνατότητά της και τη διεθνή ανοχή, κατέχει τη Βόρεια Κύπρο και απειλεί την Κύπρο και εμμέσως την Ελλάδα.
Η Κύπρος ακόμη παρά τα επιτεύγματά της είναι η μόνη πρώην αποικία εις την οποία η διεθνής κοινότητα αρνείται τα στοιχειώδη συστατικά πλήρους κρατικής κυριαρχίας, δηλαδή : Η πλειοψηφία δεν αποφασίζει.
Εφ΄όσον τελικώς επιτευχθεί λύση στο Κυπριακό πρόβλημα, η Κύπρος ως κυρίαρχο εφ΄όλης της νήσου κράτος, χωρίς την Τουρκική απειλή (με ή χωρίς ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ) θα αποτελέσει περιοχή σταθερότητος και ασφαλείας. Άλλως θα τελεί συνεχώς υπό απειλή και βεβαίως μαζί της και η Ελλάδα.
Ανεξάρτητα από την μορφή με την οποία θα επανέλθει κάποιο νέο σχέδιο για την επίλυση του Κυπριακού προβλήματος δεν είναι νοητό να μην κατοχυρώνεται η ασφάλεια της Κυπριακής Δημοκρατίας τόσο πολιτικά όσο και στρατιωτικά.
Από τα τέλη του 1989, ο χώρος της ευρύτερης Μ.Ανατολής επανήλθε με δραματικό τρόπο, στο επίκεντρο του παγκοσμίου γεωπολιτικού και γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος, αφού ειδικότερα η Μ. Ανατολή έχει εξελιχθεί στη σοβαρότερη σήμερα περιοχή κρίσεων και εντάσεων διαρκείας. Οι κρίσεις αυτές που είναι συνεχείς και πολυσύνθετες προσελκύουν το παγκόσμιο ενδιαφέρον, γιατί επηρεάζουν τις παγκόσμιες εξελίξεις και προκαλούν αναμίξεις και επεμβάσεις διεθνών οργανισμών και όλων των ισχυρών του κόσμου.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης που αποτελούσε την παραδοσιακή προστάτιδα δύναμη του Αραβικού κόσμου, την εξασθένιση της ενότητας των Αραβικών χωρών, λόγω των «συνθηκών ειρήνης» που υπέγραψε το Ισραήλ με την Αίγυπτο και την Ιορδανία, αλλά και την πτώση του Ιρακινού καθεστώτος, είναι δυνατή η δημιουργία νέου «Status Quo» στο χώρο της Μ.Ανατολής.
Η αναθέρμανση του Παλαιστινιακού, με άδηλη την προοπτική επιτυχίας της νέας προσπαθείας ειρηνεύσεως και συνυπάρξεως Ισραήλ και Παλαιστινιακού κράτους, είναι μια πηγή εξαγωγής απειλών και κινδύνων. Η αντιτρομοκρατική εκστρατεία, που ευρίσκεται σε εξέλιξη στο Ιράκ και Αφγανιστάν και οι πιέσεις προς άλλες Αραβικές και Ισλαμικές χώρες είναι πιθανόν να οδηγήσει σε απρόβλεπτες εξελίξεις, από την πλήρη προσαρμογή προς το προβαλλόμενο πρότυπο εκδημοκρατισμού, μέχρι τη συσπείρωση ορισμένων κρατών και την αντιδυτική (όχι μόνο αντιαμερικανική)Αραβοϊσλαμική έκρηξη.
Στον σύγχρονο όμως κόσμο όλοι και όλα αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοεξαρτώνται. Τούτο οφείλεται στο γεγονός ότι το νέο διεθνές σύστημα είναι βασισμένο στην αρχή της «παγκοσμιοποίησης». Αναφορικά με την Βαλκανική και την ΝΑ Μεσόγειο έχει προεκταθεί η επίδραση της Διατλαντικής Κοινότητος δηλαδή του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ενώ συγχρόνως πρωταγωνιστούν οι ΗΠΑ πρωτευόντως καθώς και η Ρωσική Ομοσπονδία που προσπαθεί να διατηρήσει όποια επιρροή έχει διασώσει ως κληρονόμος της Σοβιετικής Ένωσης.
Η Διατλαντική Κοινότητα κινείται προς δύο κατευθύνσεις :
Η μία αφορά στην μεγαλύτερη συνοχή της με ενεργοποίηση των δύο βασικών πυλώνων της, ΝΑΤΟ και ΕΕ και
Η δεύτερη στη διαμόρφωση του γειτονικού της χώρου ώστε να συμβαδίζει με τα συμφέροντά της.
Προκειμένου η Διατλαντική Κοινότης να καταστήσει την Βαλκανική, την ΝΑ Μεσόγειο, την Μ. Ανατολή (καθώς και τον χώρο της Ευρασίας - Μ.Θαλάσσης), μία ελεγχομένη γεωπολιτικά και γεωοικονομικά περιοχή, αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες και αναπτύσσονται μηχανισμοί, που συνήθως πρωτεύοντα ρόλο παίζουν οι ΗΠΑ, και έχουν ως αποδέκτη ολόκληρο τον χώρο αυτό (π.χ. Συνεταιρισμός για την Ειρήνη, διμερείς σχέσεις ΝΑΤΟ με την Ρωσική Ομοσπονδία, Μεσογειακός Διάλογος Συνεργασίας, Ευρω-Μεσογειακή Σύμπραξη κ.α.).
Παράλληλα η ΕΕ εφαρμόζοντας την Διαδικασία Σταθεροποίησης και Σύνδεσής της με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων συμβάλλει στην προσπάθεια για την ειρηνική συμβίωση των λαών της περιοχής και την εξεύρεση λύσεως στις όποιες διαφορές υπάρχουν μέσω διαλόγου. Αντίστοιχα η Διαδικασία Συνεργασίας Χωρών της ΝΑ Ευρώπης (SEECP) (που στην παρούσα περίοδο προεδρεύει η Ελλάδα) προωθεί την προαγωγή της περιφερειακής συνεργασίας για την ενίσχυση της ασφάλειας και της σταθερότητος στην Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Η κρίση και ο πόλεμος στο Ιράκ κυριάρχησε στην Ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή την περίοδο 2002-3 και προκάλεσε σημαντικές διατλαντικές και ενδοευρωπαϊκές διχόνοιες. Το ΝΑΤΟ βρέθηκε διηρημένο, με την Γαλλία και την Γερμανία να αρνούνται πάσα συνδρομή για τον πόλεμο αυτό. Σε κάθε περίπτωση δεν υπήρχε (και δεν υπάρχει) Κοινή Εξωτερική και Πολιτική Ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ-CFSP) στην ΕΕ, με αποτέλεσμα την αδυναμία της να μιλά με μία γλώσσα για σοβαρά θέματα. Όταν και εάν ισχύσει το προωθούμενο Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, η ΕΕ θα έχει την δυνατότητα να ασκεί Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας και να αποτελεί ισχυρό πόλο για να είναι δυνατόν να προωθούνται και εναλλακτικές λύσεις μέσω της Διατλαντικής συνεργασίας στα θέματα των Βαλκανίων και της Μ.Ανατολής.
Σε ότι αφορά τον ρόλο της Ελλάδος σε θέματα συνεργασίας στην περιοχή είναι εύκολα νοητή η κεντρική και δεσπόζουσα γεωπολιτική και γεωστρατηγική θέση της σε συνδυασμό και με τη μετατόπιση του βασικού προσανατολισμού της διεθνούς ασφάλειας από τις σχέσεις Ανατολής-Δύσης που ίσχυαν τις προηγούμενες δεκαετίες στις σχέσεις Βορρά-Νότου ή Δύσης-Ισλαμικών χωρών. Αυτό που μέχρι τώρα συνήθως ακούγεται, προβάλλεται και τυγχάνει υπερβολικής εκμετάλλευσης, ότι δηλαδή η Τουρκία έχει ιδιαίτερη στρατηγική σημασία και βεβαίως δεν είναι ψέμα, δεν σημαίνει ότι η Ελλάδα θα πρέπει να υποβαθμίζει τη δική της σημασία αλλά απεναντίας να την προβάλει και να την εκμεταλλεύεται κατάλληλα, σε συνδυασμό με την προώθηση των εθνικών στόχων και την υποστήριξη και εξασφάλιση των εθνικών συμφερόντων. Η Ελλάδα, ως μέλος του ΟΗΕ και του Σ.Α. για το 2005-6 καθώς και του ΟΑΣΕ, εταίρος της ΕΕ, πλήρες μέλος του ΝΑΤΟ και της όποιας ΚΕΠΠΑ, έχει λόγο και ψήφο σε όλους αυτούς τους οργανισμούς, οφείλει να έχει ρόλο και απαιτήσεις και παράλληλα μπορεί να υπερασπιστεί κοινά συμφέροντα και να προωθήσει τους στόχους της, σύμφωνα με τις αρχές του διεθνούς δικαίου, τις συνθήκες και τις συμφωνίες.
Η συνεργασία μεταξύ λαών (όπως και μεταξύ ανθρώπων) πρέπει να βασίζεται σε ορισμένους κανόνες. Συνεργασία δεν σημαίνει υποταγή του ενός λαού στις διεκδικήσεις ενός άλλου. Μόνο η συνεργασία που προωθεί σε ανάλογα δίκαια ποσοστά τα συμφέροντα όλων των μερών είναι δυνατόν να είναι βιώσιμη.
Η Κυβέρνηση κάθε χώρας πρέπει να ανταποκρίνεται στην εξυπηρέτηση των ζωτικών συμφερόντων του λαού της που περιλαμβάνουν την εθνική κυριαρχία και την ευημερία, ενώ η επιρροή μιας χώρας δυνατόν να επεκτείνεται εκτός των συνόρων της αναλόγως των οικονομικών και πολιτισμικών της δυνατοτήτων.
Είναι γεγονός ότι η ασφάλεια στην Βαλκανική και την ΝΑ Μεσόγειο είναι εύθραυστη. Εν τούτοις έχουν δημιουργηθεί ορισμένοι μηχανισμοί και δυνατόν να απαιτηθούν και άλλοι, ώστε να αμβλυνθούν οι όποιες διαφορές, υπό την προϋπόθεση ότι είναι αποδεκτές οι αρχές του σεβασμού των διεθνών κανόνων και συμβάσεων, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ανεξιθρησκείας, της ισοπολιτείας και της εθνικής κυριαρχίας. Η επίλυση των διαφορών και η προοπτική της συνεργασίας όλων των κρατών της Βαλκανικής και της ΝΑ Μεσογείου θα δώσουν την δυνατότητα για την ευημερία όλων των λαών με δεδομένα τα γεωπολιτικά, γεωοικονομικά και γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα της περιοχής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Μελέτες ΕΛ.Ε.Σ.ΜΕ
Άρθρα του Γ. Δεμέστιχα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου