Οι ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν απογοητεύσει τη ρωσική κυβέρνηση και πλέον η ιδέα της αμυντικής - τεχνολογικής συνεργασίας με τις χώρες της Ευρώπης δεν είναι και τόσο δελεαστική.
Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στις 4 Δεκεμβρίου ο αναπληρωτής πρωθυπουργός, αρμόδιος για τη στρατιωτική βιομηχανία, Ντμίτρι Ρογκόζιν, η απόφαση για την αγορά από τη Γαλλία ελικοπτεροφόρων πολεμικών πλοίων κλάσης «Mistral», είναι ένα «σφάλμα της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου Άμυνας». Τώρα το ρωσικό αμυντικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα που εμφανίζονται στον κλάδο με τις δικές του δυνάμεις.
Στα τέλη Ιουλίου, όταν η ΕΕ μόλις είχε ξεκινήσει το εμπάργκο στις εισαγωγές και τις εξαγωγές όπλων, προϊόντων διπλής χρήσης και τεχνολογιών για στρατιωτική χρήση στη Ρωσία, η RBTH είχε ερευνήσει διεξοδικά τις επιπτώσεις στις βιομηχανίες του κλάδου και στα αμυντικά έργα που μπορούσαν να επηρεαστούν από τη συγκεκριμένη απόφαση. Από τότε, στο εμπάργκο του Ιουλίου, προστέθηκαν η απαγόρευση δανειακής χρηματοδότησης σε τρεις από τις μεγαλύτερες αμυντικές επιχειρήσεις της Ρωσίας, της «Uralvagonzavod», της «Oboronprom και της «United Aircraft Corporation», καθώς και οι κυρώσεις εναντίον εννέα βασικών αμυντικών βιομηχανιών. Φυσικά, δεν λείπει από τη συζήτηση και το συμβόλαιο για την προμήθεια των προηγμένων πολεμικών πλοίων «Mistral», που όμως δεν εμπίπτει σε καμιά κατηγορία κυρώσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, αξίζει, ως είθισται στη λήξη του έτους, να κάνουμε την ετήσια οικονομική ανασκόπηση και να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα: Ποιό είναι το μέχρι σήμερα κόστος των Δυτικών κυρώσεων στη ρωσική αμυντική βιομηχανία;
Τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια; Το Σεπτέμβριο, από το ρωσικό υπουργείο Άμυνας δήλωναν ότι «δεν ανησυχούν για τις κυρώσεις», σημειώνοντας παράλληλα, ότι από αυτές μπορεί να υποφέρουν τρίτες χώρες που αγοράζουν ρωσικό εξοπλισμό.
Για το ίδιο θέμα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε, ότι «η ρωσική αμυντική βιομηχανία θα πρέπει να είναι έτοιμη να παράγει τον κρίσιμο –βασικό- εξοπλισμό, εξαρτήματα και υλικά, και να διαθέτει για το σκοπό αυτό την κατάλληλη παραγωγική ισχύ, τη τεχνολογία, τις μηχανικές λύσεις και την αναγκαία τεχνογνωσία».
Σύμφωνα με την «Rosoboronexport», οι αγορές ολοκληρωμένων οπλικών συστημάτων από τη Δύση, ανέρχονται σε όχι περισσότερο από το 1% του συνόλου των αναγκών των ρωσικών ΕΔ, και η άρνηση για αυτές τις συναλλαγές δεν θα έχει επιπτώσεις στην αμυντική ικανότητα της Ρωσίας.
Υποκατάσταση εισαγωγών
Ο αναπληρωτής υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου, Σεργκέι Τσιμπ, παρέθεσε στοιχεία από την έρευνα που διενεργήθηκε στις βιομηχανίες που έχουν τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης, από την σκοπιά της υποκατάστασης των εισαγωγών. Η εξάρτηση από το εξωτερικό σε πολλούς κλάδους της βιομηχανίας είναι καταλυτική. Στις εργαλειομηχανές, το ποσοστό των εισαγωγών είναι περισσότερο από 90%, στο βαρύ μηχανολογικό εξοπλισμό 60%-80%, στη ραδιο-ηλεκτρονική βιομηχανία, 80%- 90%.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Βιομηχανίας και Εμπορίου, στην περίπτωση υλοποίησης της πολιτικής για την υποκατάσταση των εισαγωγών, το 2020 μπορούμε να περιμένουμε ότι η εξάρτηση από τους ξένους προμηθευτές στους πιο «κρίσιμους» κλάδους της βιομηχανίας θα υποχωρήσει από το επίπεδο του 70%-90% σε 50-60%. Πλήρης υποκατάσταση των εισαγωγών δεν είναι δυνατόν να γίνει. Πάντως, εκτός από την αναδιοργάνωση της εγχώριας παραγωγής και τη δημιουργία νέων τεχνολογικών και βιομηχανικών εγκαταστάσεων, η Ρωσία θα πρέπει να αλλάξει και τους προμηθευτές.
Η «αναδίπλωση» της αμυντικής συνεργασίας με τη Δύση άρχισε πριν την κρίση στην Ουκρανία. Από το 2012, το υπουργείο Άμυνας δεν έχει συνάψει νέες συμβάσεις για την προμήθεια σημαντικών ποσοτήτων έτοιμων ευρωπαϊκών αμυντικών προϊόντων. Επιπλέον, τον Αύγουστο του 2013, σε νομοθετικό επίπεδο απαγορεύτηκε η χρήση εισαγόμενων μηχανημάτων σε περίπτωση που υπάρχουν ρωσικά ανάλογα και τέθηκε σαν στόχος η αναβίωση του σχεδόν κατεστραμμένου σοβιετικού κλάδου κατασκευής εργαλειομηχανών με την αύξηση της παραγωγής ρωσικού ανταγωνιστικού μηχανολογικού εξοπλισμού στο ένα τρίτο του συνόλου των αναγκών της βιομηχανίας. Διενεργήθηκαν επίσης, οι αντίστοιχες εργασίες για τη σταδιακή εγκατάλειψη της εκτέλεσης επισκευαστικών εργασιών στα πλοία σε ξένα ναυπηγεία.
Το πρόγραμμα υποκατάστασης των εισαγωγών, που παρουσίασε το υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου στις 25 Ιουλίου 2014 προβλέπει την υποκατάσταση με ντόπια ανάλογα, αρχικά ουκρανικών προϊόντων και στη συνέχεια, προϊόντων άλλων προμηθευτών από χώρες που έχουν επιβάλει κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία. Έχουν εκπονηθεί σχέδια που προβλέπουν την επέκταση της συνεργασίας με τις χώρες της Τελωνειακής Ένωσης, τη Λευκορωσία και το Καζακστάν.
Ένας άλλος εταίρος της Ρωσίας μπορεί να είναι επίσης η Κίνα. Το Πεκίνο μπορεί να γίνει ο σημαντικότερος προμηθευτής ηλεκτρονικών εξαρτημάτων της Μόσχας, δήλωσε ο Βλαντίμιρ Σβαριόφ, αναπληρωτής διευθυντής του Κέντρου ανάλυσης παγκόσμιου εμπορίου όπλων (CAWAT), ο οποίος είπε ότι οι σχετικές διαπραγματεύσεις βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη. Ο αρμόδιος υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου της Ρωσίας, Ντενίς Μαντούροφ, πιστεύει ότι το πρόγραμμα υποκατάστασης των εισαγωγών, θα επιτρέψει στις ρωσικές εταιρείες να αυξήσουν την παραγωγή τους κατά 30 δισεκατομμύρια ρούβλια ετησίως, ξεκινώντας ήδη από το 2015.
ΠΗΓΗ Η ΡΩΣΙΑ ΤΩΡΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου